Έν (τεκ) α

Ο κόσμος μας έχει γίνει φοβερά ρευστός, οριακά τρομακτικός. Η χώρα μας δε, στην κορυφή αυτής της οριακής κατάστασης, βουλιάζει μέρα με τη μέρα και μας τραβάει κι εμάς μαζί.
Λεφτά φυσικά και δεν υπάρχουν, οι δουλειές και τα δικαιώματά μας καταρρακώνονται, η ζωή μας εκφυλίζεται και κυριολεκτικά δε ξέρουμε τι μας ξημερώνει.
Τουλάχιστον, λέω, είμαστε γεροί και υγιείς και μπορούμε ακόμα και παλεύουμε.Για ό,τι έχει μείνει ή για ό,τι πρέπει να μείνει άθικτο. Γιατί, πέρα από αυτά τα – όντως μεγάλα και σοβαρά – προβλήματα, υπάρχουν κι άλλα, ακόμα πιο τρομακτικά. Αυτά που σχετίζονται με την υγεία, την κατάσταση του σώματος και της ψυχής μας, την ίδια την αξία και την ύπαρξη της ζωής μας. Άνθρωποι χάνονται καθημερινά σε πολέμους, σε συμπλοκές, ίσως αυτά να είναι μακριά μας, αλλά χάνονται και δίπλα μας, από λόγους σοβαρούς ή και ασήμαντους, ακόμα και τυχαίους – η “κακιά στιγμή”. Μικρά παιδιά από πείνα, νέοι άνθρωποι από τροχαία ή από αρρώστιες, παντού, κάθε μέρα. Κι έτσι, μ’ αυτά και μ’ αυτά, ακόμα κι εγώ η φύσει αισιόδοξη και θετική, αρχίζω να νιώθω τη μαυρίλα.

Όχι όχι. Δε σου γράφω σήμερα για να σε μαυρίσω κι εσένα, ούτε για να αποτυπώσω αυτή τη μεταστροφή της ψυχοσύνθεσής μου στον αρνητισμό. Όλη αυτή η εισαγωγή έγινε για να σου πω ότι ξέρω, νιώθω, βλέπω ποια είναι τα σημαντικά, τα μεγάλα, τα τρομακτικά που συμβαίνουν κάθε μέρα στον κόσμο. Κι εγώ, εννοείται ότι νιώθω κάθε μέρα τυχερή που είμαι καλά, που ζω όμορφα, που έχω αυτά τα απλά ή και τα περισσότερο σύνθετα ή τα “παραπάνω” που μου χρειάζονται και με κάνουν να ζω αξιοπρεπώς. Και νιώθω κάθε μέρα τυχερή για τους ανθρώπους που έχω δίπλα μου, που τους έχω επιλέξει, και φυσικά, νιώθω τυχερή που έχω εσένα.

Ξέρω πολύ καλά λοιπόν τα σοβαρά ζητήματα της ζωής και της κοινωνίας και πώς να τα διαχωρίζω από τα ανούσια, τα ασήμαντα καθημερινά στα οποία κατά βάση δεν πρέπει να δίνω βάρος, και να καταναλώνω ενέργεια για χάρη τους.

-Τότε γιατί γκρινιάζεις; Και γιατί θυμώνεις;
Σα να σε ακούω και να σε βλέπω να με ρωτάς. Σα να διαβάζω την έκφραση του προσώπου σου, αυτή που τη σιχαίνομαι γιατί με κάνει και νιώθω παράλογη, πιεστική, κουραστική και ηλίθια. Και όλους, όλους αυτούς τους χαρακτηρισμούς τους απεχθάνομαι.
Ναι, απαντάω, υπάρχουν πολύ σοβαρότερα προβλήματα στον κόσμο. Και ναι, είμαστε τυχεροί που έχουμε ο ένας τον άλλον και που αγαπιόμαστε (τουλάχιστον αυτό είναι αδιαμφισβήτητο) και που όταν είμαστε μαζί είναι όλα όμορφα και που όταν κοιμόμαστε αγκαλιά νιώθω ότι τίποτα δε μπορεί να μας πειράξει. Αυτά είναι τα σημαντιικά. Και η βάση μας. Από εκεί ξεκινάνε κι εκεί τελειώνουν όλα. Σ’ έναν έρωτα όμως, δε μπορείς να συμβιβάζεσαι μόνο με τη βάση. Τουλάχιστον εγώ, σίγουρα δε μπορώ. Και δε θέλω.

Δε θέλω μόνο τη βάση, δε θέλω μόνο τα δεδομένα. Θέλω φωτιά, φλόγα και πυρκαγιά.
Θέλω άγρυπνα βράδια, αξέχαστες νύχτες και τρέλα. Θέλω να θέλεις κι εσύ όπως κι εγώ.
Να θέλεις. Να θέλεις να κοιμόμαστε μαζί, να περνάμε χρόνο και να κάνουμε πράγματα απλά και όμορφα, και πράγματα διαφορετικά και σπάνια και φοβερά. Δε θέλω να νιώθω ούτε για μια στιγμή ότι βαριέσαι ή ότι είμαι ανεπιθύμητη ή ότι σε κουράζω. Πονάει και δεν το αντέχω.
Και δε μπορώ, αλήθεια δε μπορώ να δεχτώ ότι εμείς, εμείς που ενώσαμε τόσα αντίθετα και φτιάξαμε κάτι τόσο όμορφο, κολλάμε σε πράγματα τόσο ασήμαντα και απλά και χάνουμε αυτή την ομορφιά. Και την ουσία. Και τις στιγμές.

Εμείς που ενώσαμε τόσες αποστάσεις και φτάσαμε
από τη μέρα μέχρι τη νύχτα και το βαθύ ξημέρωμα
από τον Μάλαμα μέχρι τον Παντελίδη
από τις ρακές μέχρι τα Jameson και τα Tanqueray
από τις φλωριές μέχρι τις αλητείες
από το Περιστέρι μέχρι την Αστυπάλαια

Εμείς. Εμείς που ενώσαμε τα αντίθετα και πριν λίγες μέρες φτάσαμε στο έντεκα.
Το έντεκα – 11 – σε ένα μήνα δε θα γίνει δώδεκα -12-. Ναι ναι, ξέρω να μετράω. Αλλά το 11, επιμένω, σε ένα μήνα δε θα γίνει 12, θα γίνει 1. Τα δύο μονά δηλαδή θα γίνουν ένα. Ένα μεγάλο ένα που θα χωράει μέσα και τα δύο αυθύπαρκτα μονά. Αυτός είναι και ο ορισμός της σχέσης. Σε ένα μήνα, θα γίνει αριθμός μια ένωση που συντελείται σιγά σιγά, εδώ κι ένα χρόνο.
Και θα γίνουμε, έστω για μια μέρα, ένα. Ένα και στους αριθμούς.
Κι ας χωρίσουμε την επόμενη. Θα είμαστε ένα. Θα έχουμε έστω υπάρξει ένα.
Κι ό,τι υπήρξε μια φορά, δε γίνεται να πάψει να έχει υπάρξει.

Κι εγώ, κάθε Ανάσταση που θα βλέπω έξω απ’ το παράθυρό μου να σκάνε πυροτεχνήματα, θα θυμάμαι πώς έσκαγε ένα πυροτέχνημα μέσα μου κάθε φορά που σε έβλεπα. Μέχρι που γίναμε ένα. Ένα τεράστιο ποτό, ένα μεγάλο, γιγάντιο πυροτέχνημα που σκάει, μια μεγάλη αγκαλιά που σπάει κόκκαλα, ένα ατέλειωτο ταξίδι με άγνωστο προορισμό. Μια μέρα με μια νύχτα ενωμένες, ένα πρωινό ξύπνημα μ’ ένα ρεμαλιασμένο βράδυ, ώρα για να σηκωθεί ο ένας, ώρα για να πέσει για ύπνο ο άλλος. Πολλά αντίθετα μαζί που ενώνονται όταν υπάρχει μια δυνατή κόλλα. Κι εμείς μωρό μου, έχουμε την αγάπη. Μια αγάπη τρελή, αυθόρμητη, ασταμάτητη και δυνατή για να κολλήσει κομματάκια που ξεκολλάνε, να τρυπώσει μέσα σε μικρές παρεξηγήσεις και χαζοτσακωμούς και να μου (κι ελπίζω μας) θυμίσει τι είναι σημαντικό.

Θέλω να ασχολούμαι μόνο μ’ αυτό. Με το σημαντικό, με την ουσία, που ξέρω πολύ καλά ποια είναι κι όταν το ξεχνάω για λίγο, να μου το θυμίζει το μυαλό και η καρδιά μου που είναι συντονισμένα στον παλμό της αγάπης. Στο ρυθμό της, στη δόνηση που παράγει και στα κύματα που στέλνει στο σύμπαν. Είναι τρομακτική η ενέργεια που απελευθερώνεται με την αγάπη.

Θέλω λοιπόν να ασχολούμαι μόνο με την ουσία, και αυτή μόνο να με νοιάζει. Κι έτσι θα είμαστε μόνο εγώ κι εσύ, ακριβώς όπως το θέλω: χωρίς φτιασίδια. Εγώ κι εσύ στον ήλιο, στο Φως, αλλά και στα σκοτάδια, χωρίς ωραιοποίηση, χωρίς φίλτρα, χωρίς αμφιβολίες, χωρίς δεύτερες σκέψεις και δεύτερες κουβέντες, χωρίς κανέναν άλλον.

Μόνο με τρία πράγματα θέλω να ασχολούμαι: με το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό.
Κι έτσι θέλω να είναι και η σχέση μας: μεγάλη, ωραία και συγκλονιστική.

και να έρχεσαι όταν σε θέλω..